ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, πού ἔγινε στήν Πανελλήνια Ἕνωση Γονέων, στήν Ἁγία Παρασκευή τοῦ ὁμωνύμου προαστίου Ἀθηνῶν, τήν Τρίτη στίς 18-03-2003.
- Εἰσαγωγή.
- Τί εἶναι πρόσληψη;
- Τί εἶναι ψυχιατρική;
- Τί εἶναι ψυχολογία;
- Τί εἶναι ψυχοθεραπευτική;
- Ὑπάρχει ὁρισμός τῆς ψυχῆς στήν Ψυχοθεραπευτική;
- Ὁρισμός τῆς ψυχῆς, σύμφωνα μέ τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
- Πρῶτο θεολογικό σημεῖο.
- Δεύτερο θεολογικό σημεῖο.
- Τρίτο θεολογικό σημεῖο.
- Τί εἶναι οἱ ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες;
- Μποροῦν οἱ ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες νά γιατρέψουν τήν ψυχή;
- Πῶς θεραπεύεται τό «ἐγώ» σύμφωνα μέ τόν ῞Αγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή.
- Ὁ μισῶν τήν ψυχήν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ καί τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν.
- Μπορεῖ τό Μυστήριο νά δεχτεῖ τεχνικές καί μεθοδολογίες;
Ἔχουμε μπροστά μας ἕνα θέμα πάρα πολύ καίριο πραγματικά, πολύ λεπτεπίλεπτο, πού πρέπει νά τό δοῦμε μέ πλεονάζουσα σοβαρότητα, γιατί ἀκριβῶς αὐτή ἡ συγκριτική πού θέτει τό θέμα μπροστά μας, «Ψυχοθεραπεία καί ἐξομολόγηση», μπορεῖ νά δημιουργήσει συγχύσεις ἤ ἀκόμη καί περιττές ἀντιπαλότητες. Ἐπειδή τό θέμα εἶναι πάρα πολύ μεγάλο, στά λίγα λεπτά πού διαθέτω μπροστά μου, θά προσπαθήσω νά τό σκιαγραφήσω πολύ ἁπλά, πολύ ἁδρά, νά πῶ πολύ μεγάλες ἔννοιες μέ ἁπλά λόγια, νά τό ὁρίσω στήν ἀγάπη σας καί νά ᾽χετε κάποιο στοιχεῖο, κάποιο ἐπίπεδο, γιά νά μπορεῖτε ὅταν γίνονται αὐτές οἱ ἀναλύσεις νά τίς καταλαβαίνετε λίγο καλύτερα.
Πρῶτα-πρῶτα, ποῦ στοχεύει αὐτή ἡ συγκριτική; Τί στόχο ἔχει; «Ἐξομολόγηση ἤ ψυχοθεραπεία». Πρῶτα-πρῶτα γιά ἕνα ξεκαθάρισμα ἐννοιῶν, νά ξέρουμε τί ἔχουμε μπροστά μας καί ποιές εἶναι οἱ ἔννοιες, ποιές εἶναι οἱ ὁρολογίες. Τί ἐννοοῦμε «ψυχοθεραπεία». Καί ἕνα δεύτερο, πάρα πολύ οὐσιαστικό καί πολύ καίριο γιά τήν Ἐκκλησία μας, εἶναι γιά νά μή γίνει πρόσληψη λαθεμένων στοιχείων.
Τί εἶναι πρόσληψη: Ξέρετε, ἡ Ἐκκλησία μας ὅταν μπεῖ σ’ ἕνα χῶρο γιά νά κάνει ποιμαντική, ὅταν κάνει ἱεραποστολή, προσλαμβάνει τά στοιχεῖα τοῦ πολιτισμοῦ πού εἶναι ἐκεῖ –τοῦ τόπου– τή «σάρκα» τοῦ τόπου καί μέσα σ’ αὐτή τή «σάρκα» ὁρίζει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ Χριστός προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη σάρκα, τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἔτσι λοιπόν ἡ πρόσληψη εἶναι ἕνα καίριο θέμα· τί προσλαμβάνουμε. Ὅ,τι εἶναι πρός πρόσληψη, πρός ἁγιασμό, τό προσλαμβάνουμε. Βλέπετε, ὁ Χριστός προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση. Δέν προσέλαβε τήν ἁμαρτία τῆς ἀνθρώπινης φύσης. Ἔχουμε ἐμεῖς κάτι νά προσλάβουμε ἀπό αὐτούς τούς χώρους πού γίνονται αὐτές οἱ διεργασίες, ἤ ὄχι; Ἔχουμε νά πάρουμε κάτι ἀπό ὅλες αὐτές τίς μεθοδολογίες πού ἀναπτύσσονται, ἐμεῖς, ὡς νέες τεχνικές προσεγγίσεως τῶν ψυχικῶν δεδομένων; Πρέπει νά τονίσω ἐκ προοιμίου, γιά τούς χώρους πού θά ἀναφερθῶ, τῆς ψυχοθεραπείας εἰδικά, ὅτι ὅσοι ἀσχολήθηκαν ἔχουν ἕνα καλό κοίταγμα, μιά καλή διάθεση, δέν ὑπάρχει δηλαδή κακότητα. Θέλουν νά βοηθήσουν τόν σήμερα κουρασμένο καί τραυματισμένο ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό δέν διαθέτουμε καμία ἀμφιβολία. Εἶναι μιά προσπάθεια νά βοηθήσουν τόν ἄνθρωπο. Ἀλλά τό θέμα εἶναι τό πῶς θά βοηθήσουν τόν ἄνθρωπο.
Νά ἀρχίσω πρῶτα-πρῶτα νά ξεκαθαρίζω τούς ὅρους. Οἱ πιό γνωστοί ὅροι πού ἔχουμε μπροστά μας εἶναι οἱ ὅροι: ψυχιατρική, ψυχολογία καί ψυχοθεραπευτική. Διαφέρουν αὐτοί οἱ τρεῖς ὅροι. Νά πῶ ποῦ διαφέρουν καί τί εἶναι. Γιά νά ξέρουν καί οἱ χριστιανοί νά μή συγχύζονται καί μπλέκουν τά πράγματα.
Ἡ ψυχιατρική ἀσχολεῖται –ὡς ἰατρικός κλάδος– μέ τίς διεργασίες τοῦ ἐγκεφάλου, τοῦ νευρικοῦ συστήματος καί τῶν νευροδιαβιβαστῶν. Ἁπλά τά λέω τώρα. Ὅ,τι ἀφορᾶ δηλαδή τά σωματικά μεγέθη. Καί ὅπως σεβόμαστε τήν ἰατρική γιά ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός μας, σεβόμαστε καί ἐκείνους πού προσεγγίζουν τά ὀργανικά μεγέθη τοῦ ἐγκεφάλου, τοῦ νευρικοῦ συστήματος (ἕνα ὄργανο εἶναι) καί τῶν λεγομένων νευροδιαβιβαστῶν, πού εἶναι μιά προσπάθεια πού κάνει σήμερα ἡ ἐπιστήμη νά βρεῖ βαθύτερες ὀργανικές διεργασίες, γιά θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἕνα ὀργανικό μέγεθος καί, ὁμολογουμένως, σήμερα ὁ μεγαλύτερος χῶρος τῆς ψυχιατρικῆς ὁμολογεῖ πώς ὁ ὅρος «ψυχιατρική» εἶναι ἀτυχής. Γιατί τό περιεχόμενό του εἶναι σωματικό. Ἔχουν γραφτεῖ κείμενα, πάρα πολλά, καί στήν Ἑλλάδα μας καί στό ἐξωτερικό, γιά τό ἀτυχές τοῦ ὅρου «ψυχιατρική». Βλέπετε καί μόνο ὁ ὅρος συγχύζει τά πράγματα. Εἶναι μιά προσέγγιση σωματική. Αὐτό τό ξεκαθαρίζουμε. Ἄρα, δέν ἔχουμε τίποτα μέ τήν ψυχιατρική ὑπ’ αὐτήν τήν ἔννοια. Ἐφόσον προσδιορίζει ἀρρωστημένο ἐγκεφαλικό μέγεθος, νευρικό σύστημα ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο ἀφορᾶ τό σῶμα. Μπορεῖ, φυσικά, τό σῶμα νά ἀρρωσταίνει ἀπό τίς διεργασίες τῆς ψυχῆς. Μπορεῖ νά τό δοῦμε σέ λίγο αὐτό, ἀλλά πιστεύω νά καταλάβατε πώς ἡ ψυχιατρική εἶναι ἕνας κλάδος ἐπιστημονικός, θετικός, κοιτάζει τό σῶμα· ἁπλῶς ἔτυχε κάτω ἀπό μιά λανθασμένη ὁρολογία νά ἐκφράζει αὐτό πού ἐκφράζει. Ἐξάλλου σ’ ἄλλες χῶρες δέν μιλᾶνε κἄν γιά ψυχιατρική, μιλᾶνε γιά διανοητικές νόσους (mental diseases). Ἔτσι λοιπόν, δέν μᾶς ἀφορᾶ τώρα ἡ ψυχιατρική, ἐφόσον ἡ ἴδια δέν προσπαθεῖ νά μπεῖ σ’ ἄλλους χώρους πού δέν τούς κατέχει. Εἶναι σωματική διεργασία, πιστεύω νά τό καταλάβατε.
Δεύτερον, ἡ ψυχολογία. Καί ἐδῶ ὁ ὅρος εἶναι ἀτυχής. Γιατί ἡ ψυχολογία τί κάνει. Διαπιστώνει πῶς συμπεριφέρεται ὁ ἄνθρωπος κάτω ἀπό διάφορες συνθῆκες. Δηλαδή, ἄν ἕνας ἐργάτης δουλεύει σ’ ἕνα ἐργοστάσιο πού ἔχει θόρυβο, αὐτός κουράζεται καί ἀρρωσταίνει, ἐπειδή εἶναι ὁ θόρυβος μεγάλος. Βλέπει ἡ ψυχολογία καί λέει «ὅταν ὑπάρχει θόρυβος, αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι στενοχωρημένος». Εἶναι μιά παρατήρηση μιᾶς συμπεριφορᾶς. Τά λέω πολύ ἁπλά. Παρατηρεῖ ἁπλῶς πῶς κινεῖται ἡ ψυχή πού δέν τήν ξέρει. Ἁπλῶς παρατηρεῖ συμπεριφορά. Κοιμᾶται ἕνας σ’ ἕνα χῶρο πού εἶναι χωρίς ἥλιο. Ἔ, αἰσθάνεται λίγο ἄσχημα. Αὐτό τό παρατηρεῖ ἡ ψυχολογία. Εἶναι παρατήρηση συμπεριφορᾶς.
Καί ὑπάρχει καί ἡ ψυχοθεραπευτική. Εἶναι ἡ προσπάθεια πιά, κάποιων, γιά νά θεραπεύσουν τήν ψυχή. Μπορεῖ κι ἕνας ψυχίατρος νά ξεφύγει ἀπό τά ὅριά του καί νά κάνει ψυχοθεραπεία. Μπορεῖ κι ἕνας ψυχολόγος νά ξεφύγει ἀπό τά ὅριά του (παρατήρηση ἁπλῶς: νά πεῖ γιά ἕνα παιδί τό ὁποῖο εἶναι σέ μιά οἰκογένεια ἡ ὁποία φωνάζει, κάνει φασαρία, ὅτι εἶναι νευρικό στό σχολεῖο). Εἶναι μιά ψυχολογική παρατήρηση. Ἀλλά παρατήρηση δέν εἶναι ὁ λόγος περί ψυχῆς. Εἶναι μιά παρατήρηση πῶς ἐκφέρεται ἡ ψυχή. Ἡ ψυχοθεραπεία, λοιπόν, εἶναι κάτι τελείως διαφορετικό. Εἶναι ἡ προσπάθεια νά θεραπευτεῖ ἡ ψυχή. Τονίζω πώς δέν εἶναι ἀνάγκη νά εἶσαι ψυχίατρος γιά νά κάνεις ψυχοθεραπευτική, οὔτε ψυχολόγος. Μπορεῖ νά εἶσαι ἕνας ψυχοθεραπευτής, ὁ ὁποῖος ἐκφράζει διάφορες φιλοσοφικές ἀντιλήψεις. Ἡ ψυχοθεραπεία εἶναι μία ἔκφραση διαφόρων φιλοσοφικῶν ἀντιλήψεων περί ψυχῆς. Καί ἐδῶ εἶναι τό ἐπικίνδυνο, γιατί ἡ ψυχοθεραπευτική θέλει νά θεραπεύσει τήν ψυχή καί προτείνει μάλιστα καί μεθοδολογίες θεραπείας τῆς ψυχῆς. Γι’ αὐτό ἐκεῖνο πού μᾶς ἀγγίζει ἐμᾶς κι ἐκεῖ πού μπορεῖ νά γίνει μίξη, ὄχι σωστή μίξη, μέ τά θέματα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιμαντικῆς θεραπευτικῆς καί ἐξομολογήσεως, εἶναι ἡ ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Τά ἄλλα –εἶπα– εἶναι συγκεκριμένα. Ἀρκεῖ κι αὐτοί νά μήν ἐκτρέπονται (μπορεῖ ἕνας ψυχολόγος νά κάνει ψυχοθεραπευτική· ἐξετράπη ἀπό τήν παρατήρηση, παρατήρηση συμπεριφορᾶς εἶναι).
Ἔτσι λοιπόν ἄν καταλάβατε αὐτή τή βασική ἀφετηριακή τοποθέτησή μου ἐξ ἀπόψεως ὁρισμῶν, μπορῶ νά προχωρήσω. Ἄρα στέκομαι τί εἶναι αὐτή ἡ ψυχοθεραπεία. Τί τολμᾶνε νά γιατρέψουν; Πῶς γιατρεύουν; Τό πρῶτο ἐρώτημα: ἡ ἴδια ἡ ψυχιατρική ἀρχίζει νά ἀρνεῖται τόν ὅρο ψυχή. Δέν τόν ξέρει. Τί εἶναι αὐτό πού λένε αὐτοί ψυχή; Τί ὁρίζεται ὡς ψυχή; Ὅσο μπόρεσα, ἔχω κοιτάξει καί πολλά συγγράμματα καί πολλά λεξικά πού ἀναφέρονται σ’ αὐτόν τόν χῶρο τῶν ψυχο-ἐπιστημῶν. Ὁ ὁρισμός τῆς ψυχῆς δέν δίνεται πουθενά. Ἀσχολούμεθα δηλαδή μέ κάτι –ἄν εἴμαστε ψυχοθεραπευτές– καί δέν ξέρουμε οὔτε τό περιεχόμενο τῆς ἀναζητήσεώς μας. Ὅταν λέω «γεωλόγος» ἐννοῶ αὐτόν πού ἀσχολεῖται μέ τή γῆ. Ἄρα τό περιεχόμενο τῆς ἐρεύνης του εἶναι ἡ γῆ. Ὅταν λέω «βιολόγος» ἐννοῶ αὐτόν πού ἀσχολεῖται μέ τά τοῦ ὀργανικοῦ βίου τοῦ ἀνθρώπου. Ὅλες αὐτές οἱ ἐπιστῆμες ἔχουν ἕνα κέντρο. Ὁ ψυχοθεραπευτής καί φυσικά καί ὁ ψυχολόγος –πού ἁπλῶς βλέπει τίς ἀντιδράσεις τῆς ψυχῆς στίς διάφορες καταστάσεις– δέν ξέρει τό ἀντικείμενο μέ τό ὁποῖο ἀσχολεῖται. Δέν ὑπάρχει ὁρισμός τῆς ψυχῆς στήν ψυχοθεραπευτική. Δέν ὑπάρχει. Οὐδείς. Ἄρα δέν ξέρουν μέ τί ἀσχολοῦνται. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς νά ἀρχίσω τώρα νά κάνω μιά θεολογική προσέγγιση, νά σᾶς δώσω τί λέει ἡ Ἐκκλησία μας καί μετά θά κάνω μιά συγκριτική.
Ἔχω βρεῖ κάποιους ὁρισμούς τῆς ψυχῆς σέ κείμενα τῶν Πατέρων. Ἁπλῶς νά παραθέσω δύο ἀπό τούς Πατέρες πού προσεγγίζουν τήν ἔννοια τῆς ψυχῆς καί δίνουν ὁρισμό τῆς ψυχῆς. Ὑπάρχει ἕνας ἁπλοῦς ὁρισμός, ἀλλά πολύ οὐσιαστικός, πού δίνεται πρῶτα-πρῶτα ἀπό τόν ῞Αγιο Γρηγόριο τό Θεολόγο. Μάλιστα αὐτός ὁ ὁρισμός εἶναι γραμμένος σ’ ἕνα ἀπό τά κείμενά του, τά «Δογματικά Ἔπη» («Ἔπη», δηλαδή τραγούδια), πού εἶναι γραμμένα στό πρωτότυπο σέ ἀρχαία ἑλληνική γλώσσα καί μάλιστα σέ ρυθμό ἀρχαίων καί ἰαμβικῶν στίχων, πάρα πολύ δύσκολα γραμμένα, ἀλλά ἐγώ θά διαβάσω μετάφραση. Εἶναι κορυφαῖα ποιήματα δογματικά. Λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στά «Δογματικά Ἔπη», περί ψυχῆς: «Ἡ ψυχή εἶναι πνοή τοῦ Θεοῦ καί δέχθηκε σύντροφό της ὅ,τι ἔδωσε ὁ Θεός νά τή συντροφεύει», τό σῶμα δηλαδή. Αὐτή εἶναι ἡ προσέγγιση τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ἁπλή. «Πνοή ἔδωσε ὁ Θεός». Ἕναν πιό προχωρημένο ὁρισμό, πολύ προχωρημένο ὁρισμό, μετά ἀπό μερικούς αἰῶνες ἀπ’ τό Γρηγόριο τόν Θεολόγο δίνει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, σέ ἐκεῖνο τό περίφημο βιβλίο του –εὔχομαι ὅλοι οἱ Χριστιανοί νά τό διαβάσουν– πού λέγεται «Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως», ὅπου ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός βάζει κάτω καί ἀναλύει, ἁπλά καί γλαφυρά, τά δόγματα τῆς πίστεώς μας. Γι’ αὐτό λέγεται «Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως». Νά διαβάσω τό κείμενο πού γράφει ἐδῶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός· ὁρισμός τῆς ψυχῆς: «Ψυχή, λοιπόν, εἶναι οὐσία ζῶσα, ἁπλή, ἀσώματη, ἀόρατη κατά τή φύση της στά σωματικά μας τά μάτια, λογική καί νοερή, ἀσχημάτιστη. Ἐνῶ χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανο τό σῶμα καί παρέχει σ’ αὐτό ζωή καί αὔξηση καί αἴσθηση καί γέννηση, χωρίς νά ἔχει ἀλλοῦ νοῦ στήν περιοχή της, ἀλλά εἶναι ἡ ἴδια καθαρή, αὐτεξούσια, θελητική, ἐνεργητική, τρεπτή, δηλαδή ἐθελότρεπτη· εἶναι καί κτιστή, ἀφοῦ ὅλα αὐτά τά ἔχει πάρει κατά φύσιν ἀπό τόν Δημιουργό της, ἀπ’ ὅπου πῆρε τό εἶναι κατά φύσιν». Κι ἔτσι εἶναι. Πολύ βαθύς ὁρισμός, πραγματικά θά χρειαζόταν μιά ὥρα γιά ἀνάλυση τοῦ ὁρισμοῦ. Προσέξτε τή λέξη «οὐσία». Εἶναι καίρια γιά τήν ἀνάλυσή μας ἡ λέξη «οὐσία» πού εἶναι «ἁπλή». Νά θυμηθοῦμε πάλι τόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο πού λέει πώς ὁ Θεός εἶναι «ἁπλός», δηλαδή δέν ἔχει διχασμούς μέσα Του. Καί ἐφόσον ἡ ψυχή εἶναι κτίσμα Του, ἀλλά εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, εἶναι κι αὐτή ἁπλή. Δηλαδή δέν εἶναι φτιαγμένη νά ἔχει διχασμούς. Καί φυσικά εἶναι ἀόρατη, λογική καί νοερή. Κρατῆστε λοιπόν ὅτι εἶναι οὐσία ζῶσα, ἁπλή κι ὅλα τά ἄλλα πού εἶπα καί φυσικά εἶναι κτιστή, ἔχει φτιαχτεῖ ἀπό κάποιον.
Παρακαλῶ τώρα τήν ἀγάπη σας ὅσο μπορεῖτε νά μέ ἀκολουθήσετε σέ τρία κεφαλαιώδη σημεῖα, πού ἄν γίνουν κατανοητά ἀπό τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, τότε θά ἔχουμε στό χέρι μας τά ὅπλα γιά τή διαφοροποίηση καί τή διάκρισή μας ἀπό ὅλες τίς ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες. Δέν τίς λέω ἀκόμη ποιές εἶναι. Νά ξέρουμε τί ἔχουμε ἐμεῖς ὡς θησαυρό στά χέρια μας καί μετά βλέποντας τό ἄλλο πού ἔχουν οἱ ἄλλοι, θά μποροῦμε νά κάνουμε τή συγκριτική μας χωρίς ἀντιπαλότητες. Εἶπα, σέβομαι τόν κόπο καί τόν μόχθο αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων· προσπαθοῦν κάπου νά κρατήσουν κάποιους ἀνθρώπους. Πιθανῶς κι ἀπ’ τήν αὐτοκτονία. Τό σέβομαι! Ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι δέχομαι τή μεθοδολογία ἤ τούς ὁρισμούς τους. Ἄλλο πού δέν λέω ὅτι εἶναι βλάσφημοι –δέν ξέρουν, λέω– κι ἄλλο πού ἐμεῖς ἔχουμε μιά πλεονάζουσα θεολογία πού ἔχει νά δώσει κάλλος καί σ’ αὐτό πού κι ἐκεῖνοι κάνουν. Γιά νά δοῦμε λοιπόν τρία καίρια σημεῖα τῆς θεολογίας μας, τά ὁποῖα δίνουν πραγματικά ἀπαντήσεις σ’ ὅλη μας τήν ἀναζήτηση. Αὐτά πού σᾶς παρουσιάζω σήμερα ἔχω τή μεγάλη χαρά γιά πρώτη φορά νά τά παρουσιάζω σέ σᾶς σάν ἕνα σχεδιάγραμμα ἑνός μεγάλου βιβλίου πού ἑτοιμάζω γι’ αὐτά τά θέματα. Γιά πρώτη φορά καταθέτω τό πρῶτο μου σχέδιο ἐδῶ στήν ἀγάπη σας.
Ποιά εἶναι αὐτά τά τρία σημεῖα, τά καίρια, τά θεολογικά. Μίλησαν πολλοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπέλεξα ἐλάχιστα κομμάτια καί περικοπές –νά μήν σᾶς κουράζω– στίς κορυφαῖες ἐκφράσεις τους.
Πρῶτο θεολογικό σημεῖο. Γράφει ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς κάτι καταπληκτικό, ὅτι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔχει οὐσία καί ἐνέργεια. Μήν μπλέκεστε μέ τίς ὁρολογίες. Ἐνέργεια εἶναι ὅ,τι βλέπουμε νά ἐκφράζεται: τά αἰσθήματα, τά συναισθήματα εἶναι ἐνεργήματα τῆς οὐσίας πού δέν τήν προσεγγίζουμε, μιά οὐσία πού δέν μποροῦμε νά τήν προσεγγίσουμε. Ἐνέργεια εἶναι ὅλα αὐτά μέ τά ὁποῖα ἐκφέρεται ἡ συμπεριφορά μας. Οὐσία καί ἐνέργεια. Λέει ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἡ ψυχή τῶν ζώων (προσέξτε, λέει ὅτι τά ζῶα ἔχουν ψυχή, ἀλλά τί ψυχή) εἶναι ἡ ζωή τοῦ σώματός τους. Δέν ὑπάρχει ὅμως οὐσία τῆς ψυχῆς, εἶναι μόνο ἐνέργεια. Πεινοῦν, πηδοῦν, χορεύουν, γιατί δέν ἔχουν τίποτα ἄλλο ἐκτός ἀπό τά ἐνεργούμενα μέσω τοῦ σώματος, γι’ αὐτό καί ὅταν διαλύεται τό σῶμα, συνδιαλύεται καί αὐτή ἡ ἐνέργεια μαζί. Εἶναι μιά ἐνέργεια αὐτό. Τό λέει καί ἡ ἁγία Γραφή. Λέει «τό αἷμα τοῦ ζώου ψυχή αὐτοῦ ἐστί». Δέν εἶναι αὐτή ἡ ψυχή πού λέμε ἐμεῖς, ἡ κατ’ εἰκόνα, ἀλλά εἶναι μιά ἐνέργεια. Ἄρα βλέπετε, ἔχουμε οὐσία καί ἐνέργεια στήν ψυχή μας. Μόνο ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν οὐσία. Τά ἐνεργήματα εἶναι κάποιες κινήσεις ζωτικές. Δέν εἶναι μόνο σάρκα τό ζῶο, ἔχει μία κίνηση, ὁ Δημιουργός τήν ἔδωσε, ἀλλά εἶναι μόνο ἐνέργειες, ὄχι οὐσία. Λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής: «ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου κινεῖται, εἶναι θρεπτική καί αὐξητική». (Αὐξάνει, κινεῖται, θρέφεται, αὐτό εἶναι ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς). Εἶναι λέει καί «ὁρμητική». Βλέπετε τά ζῶα εἶναι ὁρμητικά (ἔχουν καί ὁρμές) καί αὐτό εἶναι ἐνέργεια, ἀλλά εἶναι λέει καί λογική, ἔλλογος· πάνω στήν ψυχή ἔρχεται καί ἐγκαθιδρύεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ. Τά ζῶα ἔχουν τό αὐξητικό, ἔχουν τό ὁρμητικό, ἀλλά δέν ἔχουν τό ἔλλογο, γι’ αὐτό λέει πάρα πολύ ὡραῖα ὁ Βασίλειος Καισαρείας, ἕνας Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας πού ἔγραψε μία δική του «Ἑξαήμερο», ὁ γνωστός Βασίλειος Καισαρείας (λέω δική του «Ἑξαήμερο», γιατί ἄλλοι ἔγραψαν «Ἑξαήμερο»): «ἐπειδή τά ζῶα δέν ἔχουν αὐτήν τήν οὐσία τῆς ψυχῆς, ὁ Θεός ἀναπλήρωσε τήν ἔλλειψη τοῦ λογικοῦ μέ τήν ὑπεροχή τῶν αἰσθητηρίων». Βλέπετε, τά ζῶα πηδᾶνε πιό πολύ ἀπό ἐμᾶς, τρέχουν πιό γρήγορα ἀπό ἐμᾶς, κάνουν πράγματα πού δέν τά κάνουμε ἐμεῖς, γιατί δέν ἔχουν αὐτήν τήν οὐσία τῆς ψυχῆς, ὅπου ἑδράζεται τό λογικό, καί εἶναι μόνο τό ὁρμητικό καί τό θρεπτικό. Ἄν ἀγνοήσω τήν οὐσία τῆς ψυχῆς, ὅλα τ’ ἄλλα τί εἶναι; Ζωώδεις ἐκφράσεις: θυμός, νεῦρα, ταχύτητα, ἀγωνία, πεινῶ, δέν πεινῶ, ἔχω ἀνάγκες. Ἄν βγάλω τήν οὐσία πού τήν ξέρει μόνο ἡ Ἐκκλησία ἡ ὁποία ἔδωσε ὁρισμό, γιά ποιά ψυχή ὁμιλῶ; Ἄν δέν ξέρω αὐτό τό σημεῖο διακρίσεως οὐσίας καί ἐνέργειας τῆς ψυχῆς τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ Βασιλείου Καισαρείας, τοῦ Γρηγορίου Θεολόγου καί τοῦ Μαξίμου, τότε πῶς προσεγγίζω τήν ψυχή; Θά δοῦμε σέ λίγο –μερικά παραδείγματα θά δώσω– ὅτι ὅλες οἱ ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες ἀγνοοῦν τό λογικό μέρος τῆς ψυχῆς καί κινοῦνται στό πῶς θά χαλιναγωγήσουν ἤ καί θά ἐρεθίσουν τά ἔνστικτα σάν θεραπευτική μεθοδολογία. Ἄρα τούς λείπει ἡ οὐσία τοῦ πράγματος. Πῶς μπορεῖ λοιπόν νά γιατρέψουν τήν ψυχή ὅλη, ἀφοῦ δέν ξέρουν ὅτι ἡ ψυχή εἶναι οὐσία καί ἐνέργεια καί λένε ὅτι εἶναι μόνο ἐνέργεια; Πιστεύω αὐτό νά τό καταλάβατε.
Δεύτερο θεολογικό σημεῖο. Δεύτερος ὁρισμός, καί αὐτός πολύ ἀπαραίτητος. Ἔρχεται ἀπό τό κάλλος τῆς θεολογίας τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ. Θά σᾶς τό πῶ μέ ἕνα ἁπλό σχῆμα. Λέει, καθετί καί φυσικά ὁ ἄνθρωπος πού ἔλαβε τήν ὕπαρξη –τό εἶναι– ἐνῶ δέν ἦταν τίποτε –ἀπό τό μή εἶναι– κινεῖται. Ἐπειδή τόν ἔφτιαξε μία αἰτία καί κινεῖται. Ὁ ἄνθρωπος ἔτσι φτιάχτηκε ἀπό τόν Θεό, κινεῖται γιατί φτιάχτηκε ἀπό τόν Θεό· κινεῖται, εἶναι σέ μιά συνεχή κίνηση. Αὐτή ἡ κίνηση εἶναι φτιαγμένη ἀπό τόν Θεό γιά νά πηγαίνει τόν ἄνθρωπο στόν Θεό. Γι’ αὐτό γίνεται ἡ κίνηση. Εἶναι μιά κίνηση πάντοτε ἀναγωγική, πρός τά πάνω καί συνέχεια κινεῖται ὁ ἄνθρωπος πρός τόν Θεό, μέχρις ὅτου καταλήξει μέσα στόν Θεό, ὅπου, λέει ὁ μεγάλος θεολόγος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἐκεῖ φτάνει σέ μία κατάσταση ὅπου φαίνεται ὅτι παύει, ἀλλά δέν παύει. Ὁ Θεός εἶναι ἀτελείωτος, εἶναι αἰώνιος. Δέν λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος «ἀπό δόξης εἰς δόξαν»; Ἀλλά κάπου ἀναπαύεται στόν Θεό. Ποῦ τί σημαίνει; Ἔγινε ἄτρεπτος ἄνθρωπος πιά. Ἐνῶ βλέπετε, κινούμεθα πρός τόν Θεό, ἀλλά ἁμαρτάνουμε λίγο ἀπό δῶ, λίγο ἀπό κεῖ, μᾶς ἔρχονται λογισμοί, ὑποκύπτουμε στούς λογισμούς, ἀλλά κινούμεθα πρός τόν Θεό καί ἡ θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι νά κινηθοῦμε πρός τόν Θεό. Ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς βάζει νά κινηθοῦμε: προσευχήσου, κάνε μετάνοια, βάλε τό εἶναι σου, ἡ Λειτουργία, νά κινηθεῖς σ’ Αὐτόν. Καί ἐμεῖς πέφτουμε. Ἀνάπαυση στόν Θεό σημαίνει πιά μιά ἀκινησία πού δέν εἶναι ἀκινησία, γίνεται ὁ ἄνθρωπος ἄτρεπτος, ἡ ψυχή του πιά κινεῖται καί πάλι κινεῖται. Ποῦ νά σταματήσει; Μέσα στό αἰώνιο; Μέσα στό ἀπέραντο; Μέσα στό ἀτέλειωτο; Νά λοιπόν κάτι σπουδαῖο. Ἡ κίνηση τῆς ψυχῆς πρός τόν Δημιουργό της ὡς θεραπευτική τομή. Ἀγνοώντας τήν κίνηση αὐτή, πῶς μπορεῖς νά προσεγγίσεις τή θεραπευτική; Ἀκοῦστε τί γίνεται στόν κόσμο. Κινοῦνται οἱ ἄνθρωποι ὁριζόντια. Τρέχουνε. Ἄλλοι τρέχουν πολύ καί κουράζονται καί ἄλλοι ἐπειδή κουράστηκαν πᾶνε νά ξεκουραστοῦν. Ἄλλοι δέν κάνουνε τίποτα καί μόνο ἀναπαύονται. Καί αὐτοί πού τρέχουν ἀρρωσταίνουν καί αὐτοί πού δέν τρέχουν ἀρρωσταίνουν. Τί λέει ἡ Ἐκκλησία; Λάθος καί τά δύο. Ἄν τρέχεις, χωρίς νά τρέχεις πρός τόν Δημιουργό σου, λάθος τρέχεις. Ἄν δέν κινεῖσαι, χωρίς νά φτάσεις στήν ἀτρεψία, πού εἴπαμε εἶναι μιά στάση, πάλι ἀρρώστια εἶναι. Πῶς θά κινηθεῖ ὁ τεμπέλης, ὁ ὀκνηρός καί πῶς θά κινηθεῖ ὁ δυναμικός καί ὁ δραστήριος; Καί οἱ δύο θά κινηθοῦν πρός τόν Θεό. Δέν εἶναι δηλαδή τόν τεμπέλη νά τόν βάλω νά δουλέψει, ἤ αὐτόν πού δουλεύει πολύ νά τόν βάλω νά ξεκουραστεῖ λίγο. Καί τά δύο εἶναι ἀρρώστιες. Ἄν δέν καταλάβουμε αὐτήν τήν κίνηση τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητῆ πρός τόν Θεό, πού εἶναι ἡ μόνη θεραπευτική κίνηση πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος, δέν κάναμε τίποτα. Ἀκόμη καί στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Βλέπετε πῶς συνδυάζεται ἡ μετάνοια: ἐξομολόγηση. Σοῦ λέει, κάνε μιά κίνηση. Νά κινηθεῖ τό σῶμα. Τί εἶναι ἡ γονυκλισία; Τί εἶναι ἡ νηστεία; Τί εἶναι ἡ ἐνατένιση μέ τό μάτι, τῆς εἰκόνας; Τί εἶναι ὅλες αὐτές οἱ σωματικές πράξεις πού κάνουμε στήν Ὀρθοδοξία μας καί πολλοί ἄλλων ὁμολογιῶν δέν τίς καταλαβαίνουν; Εἶναι ἡ κίνηση τοῦ ὅλου ἀνθρώπου πρός τόν Θεό. Τί εἶναι αὐτός ὁ συνεχής κύκλος τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας; Ἡ κίνηση πρωί, μεσημέρι, βράδυ: Μεσονυκτικό, Ἀπόδειπνο, Ὄρθρος, Ἑσπερινός. Μιά συνεχής κίνηση: Ὧρες· Πρώτη, Τρίτη, Ἕκτη, Ἐνάτη. Μιά συνεχής ἐνεργοποίηση πρός Αὐτόν, πρός τόν Θεό. Αὐτό τό σημεῖο λοιπόν τῆς κινήσεως γιά μιά στιγμή ὁ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής τό λέει (εἶπα ἀναπαύεται), τό λέει καί λίγο ἀλλιώτικα ὁ Μάξιμος. Βλέπετε «στάση» δέν εἶναι καλή λέξη. Τό λέει «ἔκσταση». Εἶναι μιά ἄλλου εἴδους στάση. Μές στό Θεό. Καί ἐνῶ ἀναπαύεσαι εἶσαι ἐκεῖ μέσα. Καί ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι ἀπέραντος, συνέχεια κινεῖσαι «ἀπό δόξα εἰς δόξαν». Ἄρα, ἡ θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ μοναδική θεραπευτική, αὐτό τό μέγεθος τό ὁρίζει ὡς θεραπεία. Βλέπετε, πρῶτα ἦταν ἡ οὐσία καί ἡ ἐνέργεια καί μετά ἔρχεται αὐτή ἡ κίνηση, ἡ συνεχής κίνηση πρός τόν Θεό. Ἄν κάποιος δέν ὁρίσει τόν ὑπό θεραπεία κάτω ἀπ’ αὐτήν τήν κίνηση, ἁπλῶς τόν ταλαιπωρεῖ ἀπό δῶ κι ἀπό κεῖ. Τόν συγκρατεῖ, νά μήν αὐτοκτονήσει, νά μήν ἀπογοητευτεῖ, νά μήν καταστρέφει τόν κόσμο. Καλά κάνει καί τόν συγκρατεῖ, ἀλλά δέν μπορεῖ πάντα νά τόν συγκρατεῖ, ἄν δέν τόν βάλει σ’ αὐτή τήν κίνηση. Νά, βλέπετε μιά ἄλλη εἰδοποιός διαφορά. Καίρια, ἀνεπανάληπτη διαφορά τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπ’ ὁποιαδήποτε ψυχοθεραπευτική διαδικασία καί ἄς ἔχει τίς καλύτερες προθέσεις. Τό ξαναλέω· δέν θέλω νά παρεξηγηθῶ. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν καλές προθέσεις καί κουράζονται καί ἱδρώνουν κοντά στούς ἀνθρώπους, κουράζονται πραγματικά. Ἀλλά δέν εἶναι ἡ ἔξοδος τῆς τραγωδίας ἐκεῖ πού ψάχνουν ἁπλῶς.
Καί ἕνα καίριο σημεῖο, τό τρίτο σημεῖο τό θεολογικό, μπορεῖ νά δώσει αὐτή τή διαφορά. Εἶναι κάτι πράγματι καταπληκτικό, πού εἶναι γραμμένο ἀπό τούς μεγάλους αὐτούς Πατέρες, τόν Μάξιμο καί τόν Παλαμᾶ. Νά διαβάσω τό κείμενο τοῦ Μαξίμου. «Ὁ Θεός», λέει, «ὁ ὁποῖος δημιούργησε τήν ἀνθρώπινη φύση, δέν ἔβαλε μέσα της ἡδονή» –μήν τό παρεξηγήσετε, ἀκοῦστε πῶς τό ἑρμηνεύει– «ἀλλά κάποια νοερή δύναμη πρός ἡδονή». Θέλω νά σταθῶ ἕνα λεπτό, ἔχει καίρια σημασία. Εἴμαστε γεμάτοι ἀπό αἰσθήσεις. Βλέπουμε, ἀκοῦμε, αἰσθανόμαστε τά πάντα, ὅλα εἶναι αἰσθήσεις. Οἱ αἰσθήσεις εἶναι ἀπ’ τόν Θεό, ἀλλά ὁ Θεός, λέει, δέν ἔδωσε ἡδονή στήν κάθε αἴσθηση. Προσέξτε, ἔδωσε κίνηση πρός ἡδονή πρός τόν Θεό. Ἄν οἱ αἰσθήσεις στραφοῦν στόν Θεό καί κινηθοῦν πρός τόν Θεό, ὅλες οἱ αἰσθήσεις –αὐτό πού κάνει ἡ Ὀρθοδοξία μας. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει μέσα του τήν κίνηση πρός ἡδονή, τό ’χει μέσα του, ἀλλά τί ἡδονή; Αὐτή ἡ ἡδονή τοῦ «ἐρᾶσθαι τόν Θεόν», λέει ὁ Μάξιμος, νά ἀγαπᾶς τόν Θεό. Ἄν ἔχουμε τήν κίνηση πρός ἡδονή, ὅλα τ’ ἄλλα εἶναι αἰσθήσεις (ἡ γεύση κ.λπ.), ἄν ἡ κίνηση γιά ἡδονή δέν πάει στόν Θεό, ὑπάρχει ὅμως μέσα, τότε στρέφεται καί γίνεται ἡδονή τῶν αἰσθήσεων καί ἐκεῖ ἀρχίζει ἡ ἁμαρτία. Βλέπετε, καίριο σημεῖο αὐτό σέ μιά ψυχοθεραπευτική διαδικασία καί μάλιστα τονίζει ὁ Μάξιμος «καί ἐπειδή εἶδε ὁ Θεός πώς ὁ ἄνθρωπος ἔτρεψε ὅλη τήν ἡδονή, τήν κίνηση πρός ἡδονή πού εἶχε πρός τόν Θεό, τήν ἔτρεψε τώρα πρός τίς αἰσθήσεις του, ὁ Θεός ἔβαλε ἕνα φάρμακο καί ἕνα θεραπευτήριο, σπουδαῖο θεραπευτήριο, ἔβαλε τήν ὀδύνη, ὅπου μές στήν ὀδύνη καί τόν πόνο ἡ ἡδονή πού πάει νά ξεσπάσει, νά γίνει κάτι κυρίαρχο ἀρχίζει καί ὑποτάσσεται. Ἔβαλε λοιπόν τήν ὀδύνη ὡς φάρμακο. Ἦρθε ἡ ὀδύνη καί καλύπτει τήν ἡδονή τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτά τά τρία καίρια σημεῖα τά θεολογικά –ἐπιτρέψτε μου νά τά ἐπαναλάβω ἁπλῶς νά τά θυμάστε γιά τή συνέχειά μας, γιατί ἐκεῖ θά στηριχθοῦμε– ὁρίζουν τήν οὐσιαστική διαφορά τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας, τῆς θεραπευτικῆς της, ἀπό ὁποιαδήποτε ἄλλη καλοπροαίρετη καί ἔντιμη κατά τά κοσμικά προσπάθεια θεραπευτικῆς. Τονίζω πρῶτα· ἡ διαφορά οὐσίας καί ἐνέργειας στήν ψυχή. Ἐνέργειες εἶναι οἱ ἐκφράσεις οἱ ἐξωτερικές, οὐσία εἶναι τό ἔλλογο. Ὁρίζω τό δεύτερο· ἡ κίνηση πρός τόν Θεό καί καμία ἄλλη κίνηση δέν θεραπεύει τόν ἄνθρωπο παρά μόνο ἡ κίνηση πρός τόν Θεό, ὅπως τά ὅρισα ἀπό τόν Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, ἡ κίνηση πού γίνεται παύση, ἔκσταση καί ξανά κίνηση. Καί τρίτον· ἡ δομή τῆς ἡδονῆς, ἡ τάση γιά τήν ἡδονή, πού ἐπειδή δέν τήν ἔχουμε πρός τόν Θεό, δέν ἔχουμε αὐτήν τήν κίνηση νά ἀγαπήσουμε τόν Θεόν ὡς ἡδονή, αὐτό ξεσπάει στά ὁριζόντια μεγέθη. Καί θαρρεῖς καί κρατᾶς στά χέρια σου ἕναν πύραυλο πού πρέπει νά ἐκτοξευτεῖ πρός τά πάνω, ἄν ἀποτύχει ἡ διαδικασία τῆς ἐκτοξεύσεως, σκάει κάτω ὁριζόντια καί συντρίβει τά πάντα στό γύρω περιβάλλον. Αὐτό γίνεται. Αὐτή ἡ δύναμη γιά ἡδονή πού ἔδωσε ὁ Θεός, ἀλλά ἡδονή τοῦ «ἐρᾶν Αὐτόν», τοῦ ἀγαπᾶν Αὐτόν καί εἶναι ἡ κίνηση πρός ἡδονή, βλέπετε λέει κίνηση. Κινεῖσαι στόν Θεό καί μετά ἔρχεται αὐτή ἡ ἡδονή. Ἄν δέν ἐκφραστεῖ πρός τά πάνω, ἐπειδή ἔχει αὐτό τό δυναμικό, ξεσπάει πρός τά κάτω καί περνάει μέσα σ’ ὅλες τίς αἰσθήσεις τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἄνθρωπος τῆς ἡδονῆς. Ὅλα πού λέμε, γαστριμαργία… αὐτή ἡ ἔκρηξη εἶναι πιά. Τρία λοιπόν καίρια θεολογικά σημεῖα.
Τώρα νά δοῦμε τί κάνει ἡ ὁποιαδήποτε ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Ξεκαθάρισα τήν ψυχιατρική ὡς σωματικές διεργασίες, ξεκαθάρισα τήν ψυχολογία ὡς ἁπλῶς παρατήρηση πῶς συμπεριφέρεσαι καί μένει αὐτό μόνο, ἡ ψυχοθεραπεία τῆς σύγχρονης κοινωνίας. Οἱ ψυχοθεραπευτές αὐτά πού σᾶς εἶπα δέν τά ἤξεραν. Κανονικά ἔπρεπε νά τά ξέρουν, ἀφοῦ μιλοῦν γιά ψυχή, ἐφόσον μελετοῦν τήν ψυχή –πράγμα πού δέν τό ὅρισαν, ἐμεῖς τό ὁρίσαμε μέ τήν ὁρολογία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ– θά ’πρεπε τουλάχιστον νά ψάξουν, τί ἔχουν πεῖ οἱ προηγούμενοι αἰῶνες περί ψυχῆς. Ξεκίνησαν λοιπόν χωρίς νά ξέρουν αὐτήν τήν ἱστορία. Καί ἄρχισαν νά κάνουν ὑποθέσεις. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἔτσι; Ἔβαλαν ὁρολογίες, δύο βασικές ὁρολογίες εἶναι: «νευρώσεις», «ψυχώσεις». Δέν θά μπῶ στήν ἀνάλυσή τους. Δέν θέλω νά σᾶς κουράσω. Ποιά εἶναι ἡ αἰτία τῆς νευρώσεως; Ἡ μεγάλη ἀγωνία τῶν ψυχοθεραπευτῶν· πῶς θά θεραπεύσουν τή νεύρωση. Βλέπουν τόν ἄνθρωπο κουρασμένο, διαλυμένο. Προσέξτε τώρα τό καίριο σημεῖο. Ἄρχισαν νά κάνουν ὑποθέσεις. Ἡ ὑπόθεση εἶναι πάντα ὑπόθεση. Ἡ ὑπόθεση ἔχει μέσα της μιά φιλοσοφική πρόταση, εἶναι ὑπόθεση. Καί εἶπαν ἡ αἰτία εἶναι αὐτή, αὐτή κι αὐτή. Καί εἶπαν 200 καί 300 αἰτίες, γι’ αὐτό σήμερα μπορεῖ νά ἔχουμε 200 καί 300 σχολές ψυχοθεραπευτικῆς. Ὁ καθένας πιάνει κάτι. Μπορεῖ κάπου νά ᾽χει ἕνα στοιχεῖο ἀλήθειας. Καί ξεκινώντας ἡ ὁποιαδήποτε σχολή νά θεραπεύσει, ξέρει ἐκ προοιμίου τί εἶναι ἡ αἰτία. Ἁπλῶς προσπαθεῖ νά τ’ ἀποκαλύψει. Ἄν πεῖ ἕνας ὅτι εἶναι ἐγωισμός, αὐτό· ἄν πεῖ ἕνας ὅτι εἶναι τό σεξουαλικό, αὐτό. Ξέρει ἀπό πρίν τί εἶναι σάν ὑπόθεση φιλοσοφική καί ψάχνει νά βρεῖ αὐτό πού ὅρισε. Καί ἐδῶ εἶναι τό μπλέξιμο, ὅτι ὅλες οἱ ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες εἶναι φιλοσοφικές μεθοδολογίες. Δέν εἶναι ἐπιστημονικές προσεγγίσεις. Δέν ἔχουν καμιά σχέση μέ τήν ψυχιατρική (μέ τόν ἐγκέφαλο, μέ τό νευρικό σύστημα, μέ τούς νευροδιαβιβαστές). Καμιά σχέση. Ἁπλῶς μένει ἡ λανθασμένη ὁρολογία «ψυχιατρική». Ἄλλο αὐτό καί ἄλλο ἡ φιλοσοφία περί τῆς παθήσεως. Θά τονίσω κάτι πάλι πάρα πολύ καίριο. Λένε αὐτοί «μά ἄς μήν ξέρουμε τόν ὁρισμό τῆς ψυχῆς, κτιστή δέν λέτε ὅτι εἶναι ἡ ψυχή; Κτιστή δέν εἶναι; Ὁ Θεός μόνο εἶναι ἄκτιστος, κτιστή εἶναι. Ὡραῖα. Τό καθετί κτιστό εἶναι ἐρευνώμενο», λένε. Ξέρετε τί λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός; Ὅτι «πᾶν κτιστόν μή ἐρευνώμενον». Μά, τί λές Ἰωάννη; Ἀφοῦ εἶναι κτιστό ὑπόκειται σέ ἔρευνα, σέ μικροσκόπιο, σέ παρατήρηση. Ἐρώτηση: δέ μοῦ λέτε, οἱ οὐράνιες δυνάμεις τῶν ἀρχαγγέλων εἶναι κτιστές ἤ ὄχι; Κτιστές εἶναι. Ἐρευνῶνται; ΟΧΙ. Ἄρα πᾶν κτιστόν μή ἐρευνώμενον. Καί συνεχίζει ὁ ἴδιος Ἅγιος: «Τί εἶναι τό ὁμοειδές τῶν ἀνθρώπων μέ τίς οὐράνιες δυνάμεις;». Αὐτή ἡ νοερή κίνηση στόν Θεό, πού δέν τήν ἔχουνε τήν οὐσία τῆς ψυχῆς τά ζῶα εἴπαμε, μόνο ἐνέργειες ἔχουνε. Βλέπετε, τό μή ἐρευνώμενο ἀπό τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ οὐσία τῆς ψυχῆς πού εἶναι κτιστή μέν, ἀλλά μή ἐρευνώμενη. Κατά τό ὁμοειδές μέ τίς οὐράνιες δυνάμεις. Ἄρα ἡ ψυχή δέν ἐρευνᾶται. Ὅποιος τολμήσει νά πεῖ ὅτι εἶναι ὑποκείμενο ἐρεύνης, κάνει λάθος. Κτιστό, ἀλλά μή ἐρευνώμενο. Ἐάν λοιπόν προσπαθοῦν νά τή βροῦν τήν ψυχή, δέν μποροῦν νά τήν ἐρευνήσουν. Θά ποῦνε κάποιοι: μιά μέρα θά ἔρθει μιά ἐπιστημονική μεθοδολογία πού θά τήν ἀνακαλύψει. Ὄχι, ποτέ. Ἐνέργειες θά προσδιορίζει. Ὄχι οὐσία ψυχῆς. Ἐνέργειες, αὐτό πού βλέπουμε. Νά λοιπόν ἡ κάθε σχολή ἔρχεται τώρα νά κάνει προτάσεις, προτάσεις περί θεραπείας. Καί ἀρχίζει ὁ μεγάλος κυκεώνας πιά τῆς ψυχοθεραπευτικῆς.
Θά σᾶς δώσω μερικά ὑποδείγματα, μερικές νύξεις ἀπ’ ὅλες αὐτές τίς σχολές, νά πάρετε μιά μικρή γεύση. Καί τονίζω, παρόλες τίς ἔντιμες προσπάθειες πολλῶν ἀπ’ αὐτούς. Ἀλλά εἶναι ἀδύνατον καί τήν ψυχή νά ἐρευνήσουν καί νά δώσουν στήν ψυχή αὐτά πού σᾶς εἶπα: οὐσία, τό λογικό πού εἶναι τοῦ Χριστοῦ μας, τήν κίνηση πρός τόν Θεό καί τήν κάλυψη τῆς ἡδονῆς –πρός τά ποῦ; Ὅλες λοιπόν οἱ προτεινόμενες προτάσεις τους κινοῦνται στό ἐπίπεδο τό ὁριζόντιο. Βλέπουν τόν ἄνθρωπο, τόν ἔξω ἀπό τόν Θεό, καί πᾶνε νά τόν γιατρέψουν. Πῶς; Ἡ οὐσία; Ἡ κίνηση; Ἡ ἡδονή; Ὅλες οἱ θεωρίες αὐτές –ἀπό ὅλες αὐτές κάπου 25 κυριαρχοῦν στήν Ἑλλάδα σήμερα– ὅλες, μά ὅλες, προσεγγίζουν τόν ἄνθρωπο χωρίς τό κάλλος αὐτῶν τῶν τριῶν μεγεθῶν πού σᾶς εἶπα. Ἄρα, ἀδύνατον νά γιατρευτεῖ ἡ ψυχή.
Νά λοιπόν μερικά παραδείγματα. Τό πρῶτο γνωστό παράδειγμα, τό πολύ γνωστό παράδειγμα, τό Φροϋδικό, τοῦ πατέρα αὐτῶν τῶν ψυχοθεραπευτικῶν μεθοδολογιῶν. Προσέξτε, ψυχίατρος ἦταν, ἀλλά ἐγκαινίασε τόν χῶρο τοῦ συνδυασμοῦ τῆς ψυχοθεραπευτικῆς μέ τήν ἰατρική. Ἄρα ἔγινε φιλόσοφος. Ἐκεῖ δέν εἶναι ἐπιστήμων. Εἶναι φιλόσοφος. Προσέξτε. Τό τονίζω· ἡ κάθε ψυχοθεραπεία εἶναι φιλοσοφική προσέγγιση, γι’ αὐτό σήμερα στήν Ἑλλάδα πολλοί ψυχοθεραπευτές δέν εἶναι γιατροί. Μπορεῖ νά περάσουν ἀπό ἕνα σεμινάριο ἑνός χρόνου, ἑνάμιση χρόνου καί νά γίνουν ψυχοθεραπευτές. Μπορεῖ νά πᾶτε σέ μιά σχολή κοινωνικῶν λειτουργῶν, νά πάρετε ἕνα μάθημα ψυχοθεραπευτικῆς καί νά γίνετε ψυχοθεραπευτής, ὡς κοινωνικός λειτουργός. Εἶναι φιλοσοφική προσέγγιση, τό τονίζω. Νά λοιπόν ὁ Φρόυντ, μή γνωρίζοντας αὐτό τό ἀνοδικό, προσδιορίζει πολύ σωστά ὅτι ἡ ρίζα τοῦ πράγματος εἶναι στά ἔνστικτα, λέει. Στήν ἡδονή, σωστά τό προσδιορίζει. Στά ἔνστικτα. Καί ἐκεῖ βάζει τόν ὅρο «ὑποσυνείδητο». Εἶναι μέσα, εἶναι κρυμμένο μέσα. Καί ἐπειδή ὑπάρχουν κάποιοι ὁρισμοί ἀπ’ τήν κοινωνία, ὑπάρχουν νόμοι, ὑπάρχουν ἐντολές, ἔ, τίς φοβᾶσαι λίγο καί δέν ἐκδηλώνεις τά ἔνστικτά σου αὐτά, τά φοβᾶσαι. Αὐτές τίς ἐντολές τίς λέει «ὑπερεγώ», πάνω ἀπό μένα καί μέ καταπιέζουν. Καί λίγο ἡ καταπίεση τοῦ νόμου, τῆς ἠθικῆς, λίγο οἱ ὁρμές μου, ἔ, αὐτό πού βγαίνει στή μέση εἶναι τό «ἐγώ», τί ἐμφανίζομαι ἐγώ. Θέλω μερικά πράγματα νά κάνω μέ τά ἔνστικτα, μέ ἐμποδίζει ὁ νόμος καί ἡ ἠθική καί εἶμαι αὐτό τό «ἐγώ», τό καταπιεσμένο «ἐγώ». Κι ἀρχίζει νά λέει ποιά εἶναι τά πιό κυρίαρχα ἔνστικτα. Καί βάζει τόν σεξουαλισμό. Βλέπετε, ἔτσι ξεκινάει. Κάνει σωστό προσδιορισμό, τά ἔνστικτα, ἀλλά ποιά ἔνστικτα; Πῶς θά θεραπεύσει αὐτά τά ἔνστικτα; Δέν ἔχει τό ἀνοδικό, τήν κίνηση πρός τόν Θεό, δέν ἔχει τήν ἡδονή-ὀδύνη. Πῶς θά γιατρέψει; Δέν μπορεῖ.
Καί ἀρχίζει πιά ἡ πρόταση τῆς κάθε σχολῆς νά εἶναι ἤ παράλληλη μέ τόν Φρόυντ ἤ λίγο διαφορετική. Ἐδῶ στό δικό του μέγεθος, τό ξέρετε πολύ καλά, εἶναι νά ἀρχίσεις νά λές τή ζωή σου, νά λές, νά λές. Γιά πάρα πολύ καιρό. Ἡ βασική, ἀρχαία, πρωτογενής μέθοδος τοῦ Φρόυντ ἦταν μέχρι 5-6-7 χρόνια νά κάνεις τήν κουβέντα αὐτή καί σιγά-σιγά νά ἀναδυθεῖ ἀπό μέσα σου, νά ἀπελευθερωθεῖς ἀπ’ τά ταμπού, ἀπό ὅλο αὐτό τό «ὑπερεγώ» πού σέ καταπιέζει, νόμοι ἠθικοί –μόνο στόν ψυχοθεραπευτή τά λες– βγαίνει, βγαίνει, βγαίνει καί θά βγεῖ ἀπό μέσα σου αὐτό (τό ὑποσυνείδητο). Καί θεραπεία; Ἄν ὁ προσδιορισμός εἶναι τό σεξουαλικό ἔνστικτο, πῶς θά τό θεραπεύσει; Τί θά γίνει μ’ αὐτή τήν ἡδονή; Ποῦ θά στραφεῖ αὐτή ἡ ἀνώμαλη ἡδονή; Ποῦ θά τή στρέψεις; Δέν ὑπάρχουν ἀπαντήσεις. Ὑπάρχει μιά φοβερή διαδικασία, ἡ ὁποία μάλιστα περνάει καί ἀπό μιά ἄλλη φιλοσοφική μέθοδο, πού λέγεται «μεταβίβαση», ὅπου ὁ ἄρρωστος ἔχει μιά σχέση ἰδιότυπη μέ τόν θεραπευτή του. Μιά σχέση ὅπου ὁ θεραπευτής παίρνει τή θέση τοῦ γονιοῦ. Ἤ παίρνει ἰδεατά καί τή θέση τοῦ ἐραστῆ, ὅπου ὁ θεραπευόμενος –αὐτό εἶναι βασική μεθοδολογία τῆς κλασικῆς φροϋδικῆς προσέγγισης– ἐξιδανικεύει τόν γιατρό του, τόν θεραπευτή του. Καί ἐξιδανικεύει καί ἔχει ἕνα πρότυπο ἐπιτέλους στή ζωή του. Γιατί δέν τό ᾽χε ποτέ. Γιατί ἔχει περάσει καί ἀπό αὐτά τά ἔνστικτα τά ἐσωτερικά πού καί λάθος ἐκφράστηκαν καί βρίσκει ἕνα πρότυπο ἐπιτέλους στή ζωή του. Γιατί δέν τό ’χε ποτέ. Καί ἀρχίζει αὐτή ἡ φοβερή ἱστορία τῆς «μεταβίβασης», ὅπου γίνεται μιά δέσμευση τοῦ προσώπου τοῦ θεραπευόμενου μέ τό πρόσωπο τοῦ θεραπευτῆ καί αὐτό θέλει χρόνια διαδικασία. Βλέπετε, ἕνας στοιχειώδης προσδιορισμός τοῦ σεξουαλικοῦ ἐνστίκτου χωρίς θεραπευτική καί μέ λάθος μεθοδολογία.
Νά, ἄν τολμούσαμε, μερικές ἄλλες παρατηρήσεις. Ἡ γνωστή ἱστορία τοῦ Ἄντλερ. Λέει εἶναι τό ἔνστικτο τῆς ἀνωτερότητας. Δέν λέει πῶς γιατρεύεται. Λέει νά βρῶ ποῦ εἶναι αὐτό καί νά δῶ πόσο σωστά θά ἐκφραστεῖ. Ἐδῶ εἶναι ἡ μεγάλη ἱστορία. Ἐμεῖς τό λέμε ἐγωισμό αὐτό.
Πῶς θά γιατρευτεῖ αὐτό; Ποῦ θά πάει τό «ἐγώ»; Λέει ὁ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής: τό «ἐγώ» θά πάει στόν Θεό καί θά γίνει πραγματικό «ἐγώ». Χωρίς τόν Θεό εἶναι ἕνα ἡδονικό «ἐγώ». Βλέπετε, τό «ἐγώ» πάλι. Νά βρεθεῖ μπρός στόν Θεό. «Ἐγώ εἰμί ὁ Ὤν» καί ἐσύ –πού εἶσαι ἐσύ, τό πλάσμα– βρίσκεις τόν «ἐγώ εἰμί ὁ Ὤν». Ἀλλά αὐτό εἶναι ἕνα ταπεινό, ταπεινούμενο «ἐγώ» καί βρίσκεις τό πρόσωπό σου μπρός στόν Θεό. Τί θά γίνει πιά αὐτό τό «ἐγώ»; Ποῦ θά ἐκδηλωθεῖ; Τρόποι, μηχανισμοί, γιά νά καθηλωθεῖ. Ρωτάει ὁ Φρόυντ: «Πῶς ἔφτασε ὁ ἄνθρωπος σ’ αὐτή τήν κατάσταση; Πῶς ἔφτασε; Φταίει τό σέξ». Λέει ὁ Ἄντλερ: «Τί προσπαθεῖ νά πετύχει ὁ ἄρρωστος μ’ αὐτό πού κάνει; Ἔ, νά γίνει ἡγέτης». Κι ἔρχεται ἕνας τρίτος, ὁ Γιούνγκ πού λέει τί συμβολίζει αὐτό πού κάνει ὁ ἄνθρωπος. Ἀρχίζουν οἱ συμβολισμοί. Μπαίνει σέ μιά χαώδη διαδικασία. Τί συμβολίζει αὐτό πού κάνεις; Μπορεῖ κάτι νά συμβολίζει. Ἀλλά δέν εἶναι ἐκεῖ ἡ θεραπεία. Καί μετά ἀπό κεῖ πιά, ἀρχίζει μιά ὁλόκληρη ἱστορία, ὑπάρχουν αὐτοί οἱ μαθητές τοῦ Φρόυντ πού ἀρνοῦνται τόν Φρόυντ καί κάνουν δικές τους σχολές. Λέω, παραδείγματος χάριν, ὁ Ὄτο Ράνκ λέει τό τραῦμα τῆς γέννησης. Ἕνα παιδί, τήν ὥρα πού γεννιέται, περνάει ἕνα σόκ κι αὐτό τοῦ μένει γιά πάντα. Καί ὁτιδήποτε παθαίνει, ὅποιο ψυχολογικό πρόβλημα, εἶναι αὐτό τό τραῦμα τῆς γέννησης, συνεχῶς. Ἡ γέννηση, λέει, εἶναι ἡ αἰτία τοῦ ἀρχέγονου ἄγχους. Βλέπετε, τό ὅτι βγαίνεις ἀπό τή μήτρα τῆς μητέρας σου καί πᾶς στόν ἔξω κόσμο εἶναι ἕνα σόκ, λέει. Κι αὐτό καθορίζει τή ζωή σου. Τό λέει ὁ Ράνκ. Ὁ Θεοντόρ Ράιχ λέει κάτι ἄλλο. Καί μάλιστα ἔχει γράψει ἕνα βιβλίο πού λέγεται «Ἀκούγοντας μέ τό τρίτο μάτι». Ἡ ἔλλειψη μητρικῆς φροντίδας στά πρῶτα στάδια τῆς ζωῆς μας. Μεταθέτει τήν προηγούμενη θεωρία, τό τραῦμα τῆς γέννησης στά πρῶτα χρόνια, τίς πρῶτες ἑβδομάδες τῆς ζωῆς μας. Μιά μητέρα πού ἦταν λίγο ἀνέμελη, δούλευε, δέν εἶχε τό παιδί κοντά της κ.λπ., τό ψάχνει, τό ψάχνει ὁ ψυχοθεραπευτής… ἄν πᾶς δηλαδή σέ μιά σχολή τῶν Ραϊχιστῶν, αὐτοί ἐκ προοιμίου ξέρουν ὅτι εἶσαι νευρωτικός, γιατί αὐτό ὀφείλεται στήν ἔλλειψη τῆς μητρικῆς φροντίδας στά πρῶτα ἔτη τῆς ζωῆς σου καί ψάχνουν ἐκεῖ τήν ἱστορία. Κι ἄν δέν εἶναι ἔτσι; Καί μπορεῖ μιά περίπτωση νά εἶναι καί ἔτσι. Ἀλλά ἐκεῖ εἶναι ἡ θεραπεία; Καί τό βρῆκε. Μία περίπτωση μπορεῖ νά εἶναι κι ἔτσι. Μπορεῖ καί κάτι νά εἶναι ἔτσι. Ἀλλά δέν εἶναι ὅλα ἔτσι.
Ἤ θά πᾶτε σέ ἄλλες μεθοδολογίες, ὅπως ὁ Ἔριχ Φρόμ, ὁ γνωστός Ἔριχ Φρόμ πού λέει «γιά νά θεραπευτεῖ ἕνας ἄνθρωπος, δέν ἀρκεῖ νά θεραπευτεῖ ἕνας ἄνθρωπος. Πρέπει νά θεραπευτεῖ ὅλη ἡ κοινωνία. Γιατί ἡ κοινωνία εἶναι τό πᾶν πού ὁρίζει τά μεγέθη». Ἔ, πῶς θά θεραπευτεῖ ἡ κοινωνία; «Πρέπει ὅλοι νά περάσουν ἀπό ψυχανάλυση», λέει. Μά, μπορεῖ νά γίνει αὐτό τό πράγμα; Αὐτό ἔχει μιά ἀπολυτότητα. Δέν μπορεῖ νά γίνει. Ἡ Ἐκκλησία τί λέει; Κι ἐμεῖς θέλουμε τήν ἐν Χριστῷ κοινωνία, ὅλον τόν κόσμο νά εἶναι ἐν Χριστῷ κοινωνία. Θεραπεύουμε τό πρόσωπο κι αὐτό μεταμορφώνει τήν κοινωνία. Ἀλλά, τό πρόσωπο πῶς θεραπεύεται; Μέ τήν κίνηση, μέ τήν ὀδύνη, μέ τήν ἄσκηση καί τόν πόνο. Εἶναι μιά κάθετη ἄποψη πού δέν ἔχει τίποτε νά πεῖ. Ἀκοῦστε τί λέει ἕνας τρομερός ψυχοθεραπευτής, ὁ Βίλχελμ Ράιχ. Λέει ὅτι ἡ αἰτία τῆς νευρώσεως εἶναι ὅτι δέν ἐκφραζόμαστε σωματικά, ὅτι δέν ἀφήνουμε τό σῶμα μας νά ἐκφραστεῖ. Καί ἡ ἀπόλυτη ἔκφραση εἶναι ἡ ἀπόλυτη σεξουαλικότητα. Ἡ ἔκρηξη τῆς σεξουαλικότητας, λέει ὁ Βίλχελμ Ράιχ. Ἡ ἔκρηξη, μιά ἔκρηξη καί πρέπει ὅλο αὐτό νά ἐκφραστεῖ. Ἀκοῦστε τή θεραπευτική μέθοδο τοῦ Ράιχ: νά οὐρλιάζεις, νά χτυπιέσαι –συγγνώμη γι’ αὐτά πού θά πῶ– νά κάνεις καταναγκαστικό ἐμετό, νά κάνεις αὐνανισμό, νά κάνεις ἀμοιβαῖο αὐνανισμό, ἀμοιβαῖο σέξ καί ὁμαδικό σέξ. Νά ξεσπάσει τό σῶμα. Ἐδῶ δέν μιλᾶμε κἄν γιά τήν τάση πρός ἡδονή, ἐδῶ εἶναι πιά ὅλη ἡ ἡδονή βαλμένη σέ μιά ἔκφραση πρός τά ἔξω. Τί θά γιατρέψει αὐτό τό πράγμα; Τί σχέση ἔχουν αὐτά μ’ ὅλο τό κάλλος τῆς Ἐκκλησίας μας;
Δυστυχῶς ἡ ὥρα πέρασε ἤδη γιά νά διαβάσω κείμενα τῶν Πατέρων. Ὅλα αὐτά τά κείμενα τῶν Πατέρων γιά ὅλες αὐτές τίς θέσεις θά τά καταθέσω σ’ αὐτό τό ταπεινό πόνημα πού ἑτοιμάζω.
Κι ἔρχονται πολλές ἄλλες θέσεις, ἡ ὑπαρξιακή ἀνάλυση, τό πρόβλημα γιατί ζοῦμε, γιατί ὑπάρχουμε, ἡ ἀγωνία τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ Ρόλλο Μέη. Ἔρχεται μιά ἄλλη θεωρία, ἡ ὁποία λέει ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατανοεῖται μόνο ὑπό τῇ βάσει τῆς ὁλότητάς του, πρέπει νά καταλάβεις ποῦ ζεῖ, πῶς εἶναι, γιατί εἶναι ἔτσι, τί τρώει κ.λπ., μόνο ἔτσι θά θεραπεύσεις. Λέγεται μορφολογική θεραπεία αὐτή. Πολλά ὀνόματα· ὀρθολογική ψυχοθεραπεία τοῦ Ἄλμπερτ Ἔλλις: ἀδυναμία νά ἀποδείξουμε τίποτα στή ζωή μας, ἀνάλυση τοῦ Μάσλοου: ἄν αὐτοπραγματωθοῦμε, τότε σώζουμε τή ζωή μας, ἡ ἀνάλυση τοῦ Ἔρικσον. Ἀπίθανες ὑποθέσεις. Τά ᾽χω μπροστά μου καί ζαλίζομαι πού τά βλέπω. Καί ὅλη αὐτή ἡ ἱστορία καταλήγει μετά σέ μιά μετεξέλιξη, στήν ὁμαδική ψυχοθεραπεία, ὅπου εἶδαν ὅτι ἔλεγαν θεωρίες ὁ καθένας, θεωρίες, καί ὁ κάθε ἀσθενής μπορεῖ νά ἦταν κάπου ἀλλοῦ, σ’ ἄλλο χῶρο νά ἦταν, κάποια αἰτία νά εἶχε. Λέει νά τούς βάλω ὅλους μαζί καί ἄν ἀκουστοῦν ὅλες οἱ περιπτώσεις, θά ᾽χουμε τό μαζικό. Κι ἀκοῦς 20 αἰτίες ἀρρώστιας καί λές ὅλες εἶναι δικές μας. Ὁ ἕνας φωνάζει «ἔχω ἀρρωστήσει ἀπ’ τή μητέρα μου», ὁ ἄλλος «ἔχω ἀρρωστήσει γιατί δέν ἐξέφρασα τό σῶμα μου», ὁ ἄλλος «γιατί εἶχα αὐτό τό στάδιο τοῦ σόκ τῆς γεννήσεως», ἄλλος «γιατί εἶχα τό σεξουαλικό». Τ’ ἀκοῦς ὅλα αὐτά σέ μιά ὁμάδα καί σοῦ λέει: «Κάπου μέσα σ’ ὅλα αὐτά εἶσαι καί σύ». Καί μπαίνεις μέ μία ἀρρώστια καί βγαίνεις μέ εἴκοσι. Ἕνα ἀπέραντο χάος, πού δέν ἔχει νά δώσει τίποτε σ’ αὐτήν μας τήν ἀναζήτηση.
Ὁλοκληρώνοντας αὐτή τή σύντομη ἀνάλυση, νά πῶ δύο-τρία πράγματα καταληκτήρια. Μπορεῖ κάπου νά σᾶς βοηθήσουν. Θά καταλάβατε πρῶτα-πρῶτα πώς σέ αὐτές τίς θεραπεῖες (πού σᾶς λέω οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἔντιμοι, ψάχνουν νά βροῦν κάτι νά βοηθήσουν τούς ἀνθρώπους – ἀλλά πῶς;) δέν γίνεται λόγος γιά θεραπεία τῶν παθῶν, τῶν ὁρμῶν, γιά τήν ψυχή, γιά τήν ἄσκηση, γιά τόν λόγο, γιά τήν ἡδονή, γιά τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτά. Κανένας λόγος δέν γίνεται.
Καί τελικά θυμᾶμαι αὐτό πού εἶχε πεῖ ὁ Χριστός σέ ἐκεῖνον τόν καταπληκτικό Του λόγο καί οἱ Πατέρες τόν ἑρμηνεύουν. Ἑρμηνεύσατε ποτέ τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ μας, ὅταν ἔλεγε «ὅποιος θέλει νά σωθεῖ, νά μισήσει τήν ψυχή αὐτοῦ»; «Ὁ μισῶν τήν ψυχήν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν». Τό σκεφτήκατε ποτέ; Τραγικό δέν εἶναι; Νά τό λέει ὁ Χριστός; «Ὁ μισῶν τήν ψυχήν αὐτοῦ». Μά τί λές, Χριστέ μου; Τήν ψυχή μᾶς ἔδωσες. Καί λένε οἱ Πατέρες μέ ἕνα φοβερό κάλλος, ἑρμηνευτικό: «μά τήν ψυχή πού κινεῖται χωρίς οὐσία καί μόνο μέ τίς ἐνέργειες, κατά τά ζωικά της μεγέθη». Γι’ αὐτό «ψυχή φάγε, πίε, εὐφραίνου, ἔχεις πολλά ἀγαθά». Βλέπετε; Οἱ ἐνέργειες. Καί ἡ πλεονάζουσα ἐνασχόληση μέ τήν ψυχή, χωρίς τήν κίνηση, χωρίς τήν οὐσία καί χωρίς τόν πόνο καί τήν ὀδύνη. «Ὁ μισῶν τήν ψυχήν αὐτοῦ». Θά μισήσεις αὐτήν τήν ψυχή, μέ τήν ὁποία ἀσχολεῖσαι γύρω, γύρω, γύρω, κατά τά ἐνεργήματα, θά ἀφήσεις αὐτό πού ξέρεις καί θά πᾶς στή λογοποίηση τῆς ψυχῆς σου (οὐσία), στήν κίνηση πρός τόν Θεό (τό δεύτερο θεραπευτικό μέγεθος) καί τρίτον σ’ αὐτή τήν ἔκφραση τοῦ ξεπεράσματος τῆς ἡδονῆς διά τῆς στροφῆς στόν Θεό καί τῆς ὀδύνης, τόν πόνο τόν ἀσκητικό. Κι ἔρχεται πιά τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως. Ἐκεῖ νά ὁρίσετε τή θεραπευτική. Καί νά πάει σ’ ἄλλο χῶρο τόν πιστό.
Λένε, τί μοῦ βάζει κανόνα; Αὐτός εἶναι ὁ κανόνας: στροφή στόν Θεό, τοῦ σώματος, τῶν αἰσθήσεων, ὅλης τῆς ὑπάρξεώς μου, ἡ λογοποίηση τῆς ψυχῆς, νά βρεθεῖ μέσα ὁ Λόγος Χριστός καί τότε πιά δέν εἶναι ἡ ψυχή πού λέει «ψυχή μου ἔχεις πολλά ἀγαθά», εἶναι ἡ ψυχή πού λέει «ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις;». Βλέπετε τή διαφοροποίηση; Εἶναι Μεγάλη Σαρακοστή.
Καί πιά τό Μυστήριο δέν δέχεται τεχνικές αὐτῶν τῶν μεθοδολογιῶν. Τί τεχνική; Ποιά τεχνική; Οἱ τεχνικές εἶναι οἱ φιλοσοφικές ἐκφράσεις καί προσπάθειες νά συγκρατήσουμε τόν ἄνθρωπο ἀπό τό νά μήν ξεσπάσει ἀπό τά πάθη του πιό πολύ ὁριζόντια. Καμιά τεχνική δέν μποροῦμε νά δανειστοῦμε. Κι ἔρχομαι σ’ αὐτό μέ τό ὁποῖο ξεκίνησα. Ναί, δέν μποροῦμε νά προσλάβουμε τίποτα ἀπ’ ὅλα αὐτά, ἀπό μεθοδολογίες. Δέν εἶναι δυνατό. Δέν τό δεχόμαστε. Ἄλλο ὅτι ἡ Ἐκκλησία γιά νά κάνει Λειτουργία μπορεῖ νά πάρει τό πρόσφορο κι ἀπ’ τό φοῦρνο, μιά πρόσληψη εἶναι. Τό ὑποστήριξαν αὐτό μερικοί. Ὄχι ἐδῶ. Δέν ἔχουμε νά προσλάβουμε μεθοδολογία. Νά προσλάβουμε ἀπό τήν ψυχιατρική πῶς λειτουργεῖ ὁ ἐγκέφαλος, οἱ νευροδιαβιβαστές, νά καταλάβουμε μερικά πράγματα παραπάνω, ἀκόμη κι ἀπ’ τόν ψυχολόγο· «νά, ἕνα παιδάκι τό ὁποῖο εἶναι σέ μιά οἰκογένεια ὅπου εἶναι καταπιεσμένο, στό σχολεῖο εἶναι στενοχωρημένο», νά τ’ ἀκούσουμε σάν μιά παρατήρηση. Νά τ’ ἀκούσουμε. Ἀλλά μεθοδολογία ψυχοθεραπευτική δέν μποροῦμε νά προσλάβουμε. Εἶναι ἄνομο γιά τήν Ἐκκλησία μας. Δέν μπορεῖ νά μπεῖ στό Μυστήριο μέσα καμιά τέτοια δομή κατά τά μέτρα πολύ ἁπλά πού σᾶς τ’ ἀνέλυσα.
Ἦταν πολύ μεγάλα θέματα, προσπάθησα νά τά ἁπλοποιήσω, νά τά κάνω μικρά, μικρά, μικρά μηνύματα στήν ἀγάπη σας, κάπου γιά νά ξέρετε λίγο ποῦ θά σταθεῖτε σ’ αὐτό τό χάος πού ἐπικρατεῖ σήμερα. Κατά τ’ ἄλλα ὅσοι δέν εἶναι κοντά στήν Ἐκκλησία, ἔστω ἄν βοηθοῦν αὐτούς τούς ἀνθρώπους γιά νά μήν πηδᾶνε ἀπ’ τά παράθυρα –μέχρι νά βροῦν τήν Ἐκκλησία– ἔ, καλό κάνουν κι αὐτοί.
|